ἐξέχειν

ἐξέχειν
ἐξέχω
stand out
pres inf act (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εξέχω — (AM ἐξέχω) [έχω] 1. σχηματίζω προεξοχή 2. υπερέχω, είμαι ανώτερος 3. (η μτχ. ενεστ. ως επιθ.) εξέχων, εξέχουσα, εξέχον υπέροχος, ξεχωριστός, διακεκριμένος αρχ. 1. (για τον ήλιο) λάμπω 2. είμαι εξαρτημένος («ἐξέχειν τοῡ θείου») 3. (το ουδ. πληθ.… …   Dictionary of Greek

  • Αυνάν — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν ο γιος του Ιούδα, που είχε γονείς τον Ιακώβ και τη Χαναναία Σανά. Όταν ο μεγαλύτερος αδελφός του πέθανε, ο Α., σύμφωνα με το εβραϊκό έθιμο, νυμφεύτηκε τη χήρα του αδελφού του Ηρ, με την οποία όμως δεν ήθελε να τεκνοποιήσει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”